Τα τελευταία χρόνια στο σύγχρονο ( είτε ερασιτεχνικό είτε επαγγελματικό) ποδόσφαιρο τα συστήματα που κυριαρχούν είναι λίγο πολύ γνωστά (4-2-3-1/4-5-1/4-3-3/4-1-4-1). Κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των σύγχρονων συστημάτων – σχηματισμών είναι η ύπαρξη ενός κεντρικού επιθετικού (center for/striker). Το ρόλο, τα χαρακτηριστικά και τις απαιτήσεις της συγκεκριμένης θέσης θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε διεξοδικά, καθώς και τις αιτίες που το σύγχρονο Ελληνικό ποδόσφαιρο δεν παράγει πολλούς ποδοσφαιριστές υψηλής απόδοσης στη συγκεκριμένη θέση.
Ο ρόλος του κεντρικού επιθετικού
Ο ρόλος του center for είναι να παίζει στην κορυφή της επίθεσης μόνος του, κύριος εκφραστής της επιθετικής λειτουργίας της ομάδας μετουσιώνοντας σε γκολ τις τελικές ενέργειες. Ο ρόλος του δεν εξαντλείται μόνο στη φάση κατοχής, αλλά είναι εξίσου σημαντικός και στην αρνητική μετάβαση (εναλλαγή από φάση κατοχής σε φάση άμυνας) καθώς είναι αυτός που εφαρμόζει πρώτος τις βασικές αρχές της πίεσης και υποστήριξης (pressing – cover)
Τα χαρακτηριστικά του κεντρικού επιθετικού
Σωματομετρικά χαρακτηριστικά – φυσικές ικανότητες – ψυχικά χαρακτηριστικά
Ύψος κατά προσέγγιση από 1.80 – 1,90
Υψηλή αερόβια ικανότητα με μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου VO2MAX από 60 έως 65 ml/kgr/min μετρημένη σε δαπεδοεργόμετρο.
Για να καταλάβει κανείς χειροπιαστά τη σημασία της vo2max έχει μετρηθεί πως μια βελτίωση μέσω εξειδικευμένης προπόνησης της vo2max κατά 5 ml/kgr/min μας αποδίδει σε ένα αγώνα διπλάσιο αριθμό sprint, 30% περισσότερες επαφές με την μπάλα και 1500-2000 μέτρα περισσότερα.
Αναπτυγμένη ταχύτητα σε όλες τις μορφές (υψηλό ποσοστό μυικών ινών ταχείας συστολής)
Αναπτυγμένη δύναμη καθώς αυτή είναι η «μητέρα» της ταχύτητας, αλτική ικανότητα, ικανότητα εκκίνησης
Αποφασιστικότητα (γρήγορες αποφάσεις με ανάληψη ρίσκου) – αντίληψη (ικανότητα οπτικής ευρύτητας, περιφερειακή ορατότητα) – πρόληψη (διάβασμα παιχνιδιού και ικανότητα πρόβλεψης της εξέλιξής του) – εκτελεστική δεινότητα (έντονη επιθυμία για επίτευξη γκολ) – ικανότητα επιβολής και αντίστασης στο άγχος και αντιμετώπισης δύσκολων καταστάσεων
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Άριστη γνώση των βασικών στοιχείων τεχνικής του ποδοσφαίρου (υποδοχή – μεταβίβαση – οδήγημα – ντρίπλα – σουτ – κεφαλιά) με χρήση και των δύο ποδιών σε συνδυασμό με επιδεξιότητα (εφαρμογή τεχνικών στοιχείων κάτω από την πίεση χώρου – χρόνου – αντιπάλου).
Tακτική θέσης
Ατομική τακτική: σουτ σε πρώτο χρόνο με μέτωπο στην εστία – κίνηση στην πλάτη της άμυνας – με πλάτη στην εστία κράτημα της μπάλας και πίσω πάσα – ξεμαρκάρισμα απαλλαγή από τον αμυντικό και γύρισμα προς την εστία – άσκηση πίεσης στον αντίπαλο κατά τη φάση αρνητικής μετάβασης (transition από επίθεση σε άμυνα)
Υποομαδική τακτική: συνεργασίες (πίσω πάσα, εφαρμογή του 1-2, παράδοση – παραλαβή) είτε με πλάτη είτε με μέτωπο στην εστία – βοήθειες και ντουμπλαρίσματα σε φάση άμυνας
Ομαδική τακτική: δημιουργία επιθετικού βάθους – κινητικότητα μέσα στην περιοχή – διείσδυση έξω από την περιοχή – συμμετοχή στην αμυντική λειτουργία της ομάδας με περιορισμό του χώρου στην επιθετική ζώνη
Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι αυτά που συνθέτουν τον κεντρικό επιθετικό υψηλής απόδοσης. Βασικό στοιχείο όλων των χαρακτηριστικών είναι ότι αναπτύσσονται από την ηλικία των 9-10 ετών μέσω της διδασκαλίας με την αναλυτική μέθοδο, ενισχύονται στην ηλικία 11-12 ετών («χρυσή» ηλικία), εκπαίδευση και εξειδίκευση στην ηλικία 13-14, σταθεροποίηση της απόδοσης στην ηλικία πρώτης ωριμότητας 15-16 ετών με προπόνηση πρώτου επιπέδου καθοδήγησης και υψηλής απόδοσης στην ηλικία δεύτερης ωριμότητας 17-18 ετών με προπόνηση δεύτερου επιπέδου καθοδήγησης.
Αυτή η διαδικασία πρέπει να ακολουθείται ευλαβικά και μεθοδικά από τους προπονητές γιατί ο κεντρικός επιθετικός και γενικότερα ο ποδοσφαιριστής υψηλής απόδοσης δεν προκύπτει από …παρθενογένεση στην ηλικία των 18 ετών, αλλά είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιου σχεδιασμού. Στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο – το οποίο τροφοδοτεί με παίκτες τις επαγγελματικές κατηγορίες- βρίσκεις ποδοσφαιριστές στην ηλικία των 16 ετών ή και μεγαλύτερους οι οποίοι παρόλο του ότι περισσότεροι πλέον προέρχονται από Ακαδημίες – σχολές ποδοσφαίρου, η ποδοσφαιρική τους ηλικία είναι κατά πολύ μικρότερη (για παράδειγμα ποδοσφαιριστής 16 ετών με χτυπητές τεχνικές αδυναμίες, μικρή επιδεξιότητα, χρήση ενός ποδιού, ελλιπής νευρομυική συναρμογή και περιορισμένη τακτική παιδεία έχει ποδοσφαιρική ηλικία 11-12 ετών). Δυστυχώς, ο ποδοσφαιρικός χρόνος δεν αναπληρώνεται και πολύ δύσκολα στην ηλικία 16-18 ετών μπορούν να καλυφθούν κενά 4-5 ετών. Συνέπεια αυτού είναι το ότι η απορρόφηση παικτών στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο από τον ερασιτεχνικό χώρο -ειδικά στη θέση του center for- είναι πολύ μικρή και μοιραία οι επαγγελματικοί Σύλλογοι στρέφονται σε προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες (Ισπανία, Αργεντινή) είτε κάποιοι άλλοι ανέπτυξαν τις υποδομές τους με μακροχρόνιο σχεδιασμό με την προσδοκία να δημιουργήσουν τους ποδοσφαιριστές του «αύριο» (Skoda Ξάνθη, Ατρόμητος, Πανιώνιος, Εργοτέλης).
Για να συνδεθεί το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο με το επαγγελματικό θα πρέπει οι παίκτες που επανδρώνουν τα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα να έρχονται έτοιμοι και εκπαιδευμένοι από τις Ακαδημίες – σχολές ποδοσφαίρου, έτσι ώστε να περνούν αμέσως στο πρώτο και δεύτερο επίπεδο καθοδήγησης, σταθεροποίησης και υψηλής απόδοσης σε αγώνες ερασιτεχνικών πρωταθλημάτων, έτσι ώστε στα 18 τους να μπορέσουν να φτάσουν στο επαγγελματικό επίπεδο.
Εν κατακλείδι, όλα αρχίζουν από το παιδικό ποδόσφαιρο (εξειδικευμένοι διπλωματούχοι προπονητές, γήπεδα, εγκαταστάσεις, οργάνωση, μακροχρόνιος σχεδιασμός) περνούν στον ερασιτεχνικό χώρο (χρειάζεται όλοι όσοι ασχολούνται, προπονητές, παράγοντες να επαναπροσδιορίσουμε το ρόλο του ερασιτεχνικών πρωταθλημάτων) με φυσιολογική κατάληξη τον επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Ο Έλληνας Λεβαντόφσκι, Σολντάντο, Μάντζουκιτς, Γιορέντε, βρίσκεται ανάμεσά μας και είναι 9-10 ετών. Είναι υποχρέωση όλων όσων ασχολούμαστε με το ποδόσφαιρο να τον ανακαλύψουμε και να δημιουργήσουμε το πλαίσιο για να αναδειχτεί.